Ἤξερες να δίνεσαι ἀγάπη μου...
Δινόσουνα ὁλάκερη
και δεν κράταγες για τον ἑαυτό σου
παρά μόνο την ἔγνοια
ἂν ὁλάκερη ἔχεις δοθεῖ...
Ὅλα μπορούσανε να γίνουνε
στον κόσμο ἀγάπη μου
τότε πού μου χαμογελοῦσες...
Γιατί πριν μπεῖς ἀκόμα στη ζωή μου
εἶχες πολύ ζήσει μέσα στά ὄνειρά μου
ἀγαπημένη μου..
Μα και τί να πεῖ κανείς...
Ὅταν ὁ κόσμος εἶναι τόσο φωτεινός
και τα μάτια σου τόσο μεγάλα...
Στην πιο μικρή στιγμή μαζί σου
ἔζησα ὅλη τη ζωή...
Θα ξαναβρεθοῦμε μία μέρα
και τότε ὅλα τα βράδια
κι ὅλα τα τραγούδια θά 'ναι δικά μας...
Θά 'θελα να φωνάξω τ' ὀνομά σου, ἀγάπη,
μ' ὅλη μου τη δύναμη...
Να το φωνάξω τόσο δυνατά
ποῦ να μην ξανακοιμηθεῖ κανένα ὄνειρο στον κόσμο,
καμιά ἐλπίδα να μην πεθάνει...
Θέ μου πόσο ἦταν ὄμορφη
σαν ἕνα φωτισμένο δέντρο
μία παλιά νύχτα τῶν Χριστουγέννων
Συχώρα μέ, ἀγάπη μου,
ποῦ ζοῦσα πριν να σε γνωρίσω...
Μισῶ τα μάτια μου,
ποῦ πια δεν καθρεφτίζουν το χαμόγελό σου...
Θα σ' ἀκούω σαν τον τυφλό που κλαίει,
ἀκούγοντας μακριά τη βουή μίας μεγάλης γιορτῆς
σ' ἀναζητάω σαν τον τυφλό,
ποῦ ψάχνει να βρεῖ το πόμολο τῆς πόρτας
σ' ἕνα σπίτι που 'πιάσε φωτιά,
ἅ, για να γεννηθεῖς ἐσύ
κι ἐγώ για να σε συναντήσω
γι' αὐτό ἔγινε ὁ κόσμος...
Κι ἐσύ, ἀγαπημένη, ὅταν με διώχνεις,
κλείνεις ἔξω ἀπ' την πόρτα σου
ἕναν ὁλάκερο πικραμένο κόσμο...
Κι ὅταν δεν πεθαίνει ὁ ἕνας για τον ἄλλον,
εἴμαστε κιόλας νεκροί...
Ἂν βροῦν ἕναν ἄνθρωπο νεκρό
ἔξω ἀπ' την πόρτα σου,
ἐσύ θα ξέρεις,
πῶς πέθανε σφαγμένος
ἀπ' τα μαχαίρια τοῦ φιλιοῦ,
ποῦ ὀνειρευότανε για 'σένα...
Ποδοπάτησε μέ,
να ἔχω τουλάχιστον την εὐτυχία
να μ'ἀγγίζεις...

No comments:
Post a Comment